- πεμπάζομαι
- πεμπάζωcount on the five fingerspres ind mp 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αναπεμπάζομαι — ἀναπεμπάζομαι (Α) υπολογίζω εκ νέου, αναλογίζομαι, μελετώ, εξετάζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + πεμπάζομαι «μετρώ στα πέντε δάχτυλα». ΠΑΡ. μσν. ἀναπεμπασμός] … Dictionary of Greek